«Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΩΝ Τ.Π.Ε.»

Ίδρυμα Ευγενίδου, 22-23 Νοεμβρίου 2014
Αποφώνηση του Συνεδρίου
Στην εποχή της διαδικτύωσης και της εικονικής στροφής ολοένα και περισσότερες λειτουργίες μετακομίζουν στο διαδίκτυο και στα υπερμεσικά περιβάλλοντα. Οι τεχνολογικές εξελίξεις αποτελούν πιθανόν το προδρομικό στάδιο για ευρύτερες αλλαγές στο κοινωνικο- πολιτισμικό πεδίο και κατά συνέπεια και στο εκπαιδευτικό τοπίο, υπαγορεύοντας νέες παιδαγωγικές πρακτικές και διδακτικές προσεγγίσεις. Η νέα γενεαλογία των τεχνολογιών της γνώσης επηρεάζει την οργάνωση, την αναπαράσταση και τη διαχείρισή της, προϋποθέτοντας μια μηχανική διαμεσολάβηση.
Επανεξετάζοντας το που, το πώς και το πότε οι άνθρωποι μαθαίνουν, γίνεται αντιληπτό ότι το σχολείο δεν είναι πλέον παρά ένα μόλις τμήμα ενός ευρύτερου οικοσυστήματος μάθησης, που τείνει να υιοθετεί ολοένα και περισσότερο τις Τεχνολογίες της Πληροφορίας και της Επικοινωνίας. Από τα μέχρι πρότινος μικρά, άτολμα και ανεμικά θεσμικά βήματα της εκπαίδευσης προς το ψηφιακό παράδειγμα, η εμπειρία του συνεδρίου: «Η εκπαίδευση στην εποχή των Τ.Π.Ε.» που οργανώθηκε από την Επιστημονική Ένωση Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας για τη διάδοση των Τ.Π.Ε. συνηγορεί υπέρ μιας εκρηκτικής σχεδόν έξαρσης στην προαγωγή και θεσμοποίησή του. Το συνέδριο με διαδρομή 10 ετών, παρουσιάζει μια σταθερά αυξητική τάση, με κατακόρυφη άνοδο τα τελευταία τρία χρόνια. H ακάματη προσφορά του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης, αλλά και της Επιστημονικής και της Οργανωτικής Επιτροπής αποτελεί φωτεινό ορόσημο στα ελληνικά εκπαιδευτικά πράγματα, υπογραμμίζοντας τις διαχρονικές αξίες της προσφοράς και του εθελοντισμού στην υπηρεσία της διά βίου μάθησης.
Ο εντυπωσιακός αριθμός των συμμετεχόντων, 348 εισηγητών και 775 συνέδρων - ακροατών, επιτρέπει αισιόδοξες προβλέψεις στην εκπαιδευτική πραγματικότητα, που παρουσίαζε συμπτώματα δυσανεξίας στις αλλαγές.
Η συνεχώς διευρυνόμενη και ανανεούμενη θεματική του συνεδρίου αποδεικνύει τις δυνατότητες των Τ.Π.Ε. να συμπεριλάβουν όλο το φάσμα της εκπαιδευτικής γεωγραφίας. Έτσι στο συνέδριο παρουσιάστηκαν εισηγήσεις για εκπαιδευτικά σενάρια, για τη χρήση συσκευών κινητής τεχνολογίας στη διδασκαλία και τη μάθηση, για τα εκπαιδευτικά λογισμικά, την επίδραση των εκπαιδευτικών παιχνιδιών στη μάθηση, την ειδική αγωγή, το διαδίκτυο και την εκπαιδευτική αξιοποίησή του, τις δυνατότητες της ψηφιακής αφήγησης, την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, την έρευνα στην εφαρμογή των Τ.Π.Ε. στην εκπαίδευση και τη σχέση των Τ.Π.Ε. με τη δια βίου Μάθηση.

Όλα τα παραπάνω βέβαια, δεν αρκούν για να απαλείψουν τυχόν αγωνίες.
Συχνά θριαμβικές επευφημίες συνοδεύουν την έλευση των Τ.Π.Ε. ως μέσα πραγμάτωσης του χειραφετικού οράματος της διάχυσης, του διαμοιρασμού και της προσβασιμότητας στη γνώση, ανατρέποντας τις παραδεδεγμένες ιεραρχίες και επαγγελόμενες μια δημοκρατικότερη κοινωνία. Αυτός ο αχαλίνωτος ενθουσιασμός όμως, δεν μας αποπροσανατολίζει, δεν συσκοτίζει τους δυνάμει υφιστάμενους κινδύνους ούτε μας οδηγεί στην παραγνώριση των αναγκαίων προϋποθέσεων.
Η αδυναμία προσανατολισμού και κριτικής αποτίμησης της πληροφορίας μέσα στο αχανές διαδικτυακό σύμπαν, το απέραντο docuverse, η διαπλοκή των εξελίξεων στις Τ.Π.Ε. με ισχυρά εμπορικά συμφέροντα της αντίστοιχης βιομηχανίας παραγωγής και προώθησης τεχνογνωσίας, το ενυπάρχον ψηφιακό χάσμα είναι μερικές από τις συνθήκες που πρέπει να ληφθούν υπόψη και να γίνουν αντικείμενο κριτικού αναστοχασμού από όλους τους εμπλεκόμενους στο συνέδριο και γενικότερα τους ενδιαφερόμενους, για να αποφευχθούν νέες διχοτομίες της γνώσης και νέου τύπου ανισότητες.
Από την άλλη, η εισαγωγή των Τ.Π.Ε. στην εκπαίδευση αναγνωρίζουμε ότι απαιτεί συστηματικό και υπεύθυνο προγραμματισμό, επαρκή χρηματοδότηση, εξειδικευμένο και επιμορφωμένο προσωπικό, τεχνική υποστήριξη και συντήρηση των συστημάτων, διαρκή παραγωγή εκπαιδευτικού υλικού, αλλά και όραμα για εκ νέου νοηματοδότηση της εκπαιδευτικής φιλοσοφίας, προσαρμογή των αναλυτικών προγραμμάτων, στροφή στη μαθητοκεντρική διδασκαλία, διαμόρφωση δυναμικών δικτύων συνεργασίας και ενός νέου αξιακού συστήματος με έμφαση στην από κοινού αντιμετώπιση και επίλυση των προβλημάτων στη βάση νέων συλλογικοτήτων, αδιάλειπτη αξιολόγηση και βελτίωση και κυρίως ισότιμη πρόσβαση όλων στις νέες τεχνολογίες.
Κάτι εξίσου θεμελιώδες που πρέπει να τύχει της δέουσας προσοχής στο πλαίσιο του συνεδρίου, είναι ότι σε απότομες αλλαγές παρατηρείται η τάση να μην αφομοιώνονται επαρκώς οι αναγκαίες νέες ποιότητες, με πιθανή συνέπεια -επί του προκειμένου- να υιοθετηθούν επιφανειακές αναγνώσεις του ψηφιακού φαινομένου, οι οποίες θα αναπαραγάγουν και θα υπηρετήσουν τις συμβάσεις και το επιστημολογικό παράδειγμα της τεχνολογίας του βιβλίου.
Χωρίς να θριαμβολογούμε, λοιπόν, άκριτα υπέρ των ψηφιακών τεχνολογιών, θα προσπαθήσουμε μέσα από το συνέδριο -και στο μέλλον, όπως μέχρι τώρα- να εστιάσουμε στην έρευνα των τρόπων διαχείρισης των ριζικά διαφορετικών και- εν μέρει- ακόμη άγνωστων δυνατοτήτων των νέων περιβαλλόντων και να προτείνουμε ένα μοντέλο ψηφιακού γραμματισμού, που θα εξασφαλίζει και θα δικαιώνει την εξανθρωπιστική και δημοκρατική ποιότητα των νέων τεχνολογιών.
Θα προσέξουμε επίσης, να μην εξουδετερώσουμε το βασικό πλεονέκτημα της ψηφιακής πραγματικότητας, που είναι το γεγονός ότι αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της νεανικής κουλτούρας, με το να την εγκολπώσουμε στον εκπαιδευτικό μηχανισμό, επικυρώνοντας και κανονικοποιώντας την σε εργαλείο προώθησης του παραδοσιακού σχολικού γραμματισμού.
Μέσα από τις νέες αυτές πρακτικές θα επιχειρήσουμε να αναψηλαφήσουμε και να ορίσουμε εκ νέου τις έννοιες της δημοκρατίας, της κοινότητας και της συμμετοχής, να διερευνήσουμε το πεδίο των πολιτισμικών και πολιτικών δικαιωμάτων, εγγυώμενοι την διεύρυνσή τους και όχι νέους απομονωτισμούς και διχοτομίες. Ελπίζουμε το συνέδριο να γίνει το βήμα από το οποίο θα αναλογιστούμε πάνω στη σχέση παγκοσμιοποίησης και ταυτότητας υπό το πρίσμα της ανάπτυξης των ψηφιακών περιβαλλόντων, θα στοχαστούμε πάνω στην κοινωνική κατασκευή της γνώσης και στον έλεγχο της πληροφορίας, θα προβληματιστούμε πάνω στο ρόλο της οικονομίας στην εξέλιξη του πεδίου και κυρίως θα ενθαρρύνουμε μια ενεργή σχέση των μαθητών μας με τα ψηφιακά περιβάλλοντα, ώστε να συμβάλλουμε στη δημιουργία εγγράμματων και κριτικά σκεπτόμενων μελλοντικών πολιτών.
Με την ελπίδα το συνέδριο να τύχει και στην επόμενη διοργάνωσή του της ίδιας μαζικής και ουσιαστικής εκδήλωσης ενδιαφέροντος από πλευράς του εκπαιδευτικού κόσμου, κλείνουμε τις εργασίες του, εκτιμώντας ότι έχουμε συμβάλει κατά κάτι στη διαμόρφωση μιας πιο συνεργατικής και δημιουργικής εκπαιδευτικής κοινότητας, που θα αναλάβει την προώθηση των κοινών μας οραμάτων.
Για την Οργανωτική Επιτροπή του Συνεδρίου
Μουλά Ευαγγελία
Φιλόλογος, Διδάκτορας Παιδικής Λογοτεχνίας, Υπεύθυνη Σχολικών Δραστηριοτήτων Διεύθυνσης Δ.Ε. Δωδεκανήσων